Ν 4321/2015 Ρυθμίσεις για την επανεκκίνηση της οικονομίας

NOMOΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 4321
Ρυθμίσεις για την επανεκκίνηση της οικονομίας.
O ΠΡΟΕΔΡΟΣ
ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ

ΡΥΘΜΙΣΗ ΛΗΞΙΠΡΟΘΕΣΜΩΝ ΟΦΕΙΛΩΝ ΣΤΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ

Άρθο 1 Δόσεις και απαλλάγες ρύθμισης


1. Βεβαιωμένες οφειλές στη Φορολογική Διοίκηση, σύμφωνα με τον Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (Κ.Φ.Δ.), τον Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (Κ.Ε.Δ.Ε.) και τον Τελωνειακό Κώδικα, δύνανται να ρυθμίζονται, κατόπιν αίτησης του οφειλέτη, εφόσον έχουν καταστεί ληξιπρόθεσμες έως και την 1η Μαρτίου 2015 και έχουν καταχωρισθεί στα βιβλία εισπρακτέων εσόδων της Φορολογικής Διοίκησης μέχρι την ημερομηνία αίτησης για υπαγωγή σε ρύθμιση, με απαλλαγή κατά ποσοστό από τις προσαυξήσεις και τους τόκους εκπρόθεσμης καταβολής που τις επιβαρύνουν ως ακολούθως:
α) Εφάπαξ με απαλλαγή κατά ποσοστό εκατό τοις εκατό (100%).
β) Από δύο (2) έως και πέντε (5) μηνιαίες δόσεις με απαλλαγή κατά ποσοστό ενενήντα τοις εκατό (90%).
γ) Από έξι (6) έως και δέκα (10) μηνιαίες δόσεις, με απαλλαγή κατά ποσοστό ογδόντα τοις εκατό (80%).
δ) Από ένδεκα (11) έως και είκοσι (20) μηνιαίες δόσεις, με απαλλαγή κατά ποσοστό εβδομήντα πέντε τοις εκατό (75%).
ε) Από είκοσι μία (21) έως και τριάντα (30) μηνιαίες δόσεις, με απαλλαγή κατά ποσοστό εβδομήντα τοις εκατό (70%).
στ) Από τριάντα μία (31) έως και σαράντα (40) μηνιαίες δόσεις, με απαλλαγή κατά ποσοστό εξήντα πέντε τοις εκατό (65%).
ζ) Από σαράντα μία (41) έως και πενήντα (50) μηνιαίες δόσεις, με απαλλαγή κατά ποσοστό εξήντα τοις εκατό (60%).
η) Από πενήντα μία (51) έως και εξήντα (60) μηνιαίες δόσεις, με απαλλαγή κατά ποσοστό πενήντα πέντε τοις εκατό (55%).
θ) Από εξήντα μία (61) έως και εβδομήντα (70) μηνιαίες δόσεις, με απαλλαγή κατά ποσοστό πενήντα τοις εκατό (50%).
ι) Από εβδομήντα μία (71) έως και ογδόντα (80) μηνιαίες δόσεις, με απαλλαγή κατά ποσοστό σαράντα πέντε τοις εκατό (45%).
ια) Από ογδόντα μία (81) έως και ενενήντα (90) μηνιαίες δόσεις, με απαλλαγή κατά ποσοστό σαράντα τοις εκατό (40%).
ιβ) Από ενενήντα μία (91) έως και εκατό (100) μηνιαίες δόσεις, με απαλλαγή κατά ποσοστό τριάντα τοις εκατό(30%).
Με την υπαγωγή και υπό την προϋπόθεση της τήρησης του προγράμματος ρύθμισης δεν υπολογίζονται τα πρόστιμα των άρθρων 57 και 59 του Κ.Φ.Δ. και του άρθρου 6 του Κ.Ε.Δ.Ε.
2. Το ελάχιστο ποσό μηνιαίας δόσης της ρύθμισης δεν μπορεί να είναι μικρότερο των είκοσι (20) ευρώ. Σε περίπτωση που υφίστανται οφειλές που υπάγονται στις διατάξεις του παρόντος άρθρου και είναι βεβαιωμένες σε περισσότερες της μίας υπηρεσίες της Φορολογικής Διοίκησης, το ελάχιστο ποσό μηνιαίας δόσης ρύθμισης διαμορφώνεται σε δέκα (10) ευρώ.
3. Στη ρύθμιση του παρόντος Κεφαλαίου υπάγεται υποχρεωτικά το σύνολο των ληξιπρόθεσμων οφειλών έως και την 1η Μαρτίου 2015 που έχουν καταχωρισθεί στα βιβλία εισπρακτέων εσόδων της Φορολογικής Διοίκησης μέχρι την ημερομηνία αίτησης για υπαγωγή σε ρύθμιση και δεν έχουν τακτοποιηθεί κατά νόμιμο τρόπο με αναστολή πληρωμής ή διευκόλυνση ή άλλη νομοθετική ρύθμιση τμηματικής καταβολής.
4. Στη ρύθμιση του παρόντος Κεφαλαίου υπάγεται επίσης το σύνολο των οφειλών που θα έχουν βεβαιωθεί έως τις 26.5.2015 προς ΟΤΑ α’ και β’ βαθμού και νομικά πρόσωπα αυτών, συμπεριλαμβανομένων των οφειλών που προκύπτουν από εισφορά σε χρήμα ή τη μετατροπή εισφοράς γης σε χρήμα των προς ένταξη ή και των ήδη ενταγμένων ιδιοκτησιών, σύμφωνα με το ν. 1337/1983. Για τις οφειλές αυτές η σχετική αίτηση υποβάλλεται στην αρμόδια υπηρεσία του οικείου ΟΤΑ ή του οικείου νομικού προσώπου.

 

Άρθρο 2 Επιβαρύνσεις εκπρόθεσμης καταβολής κατά την υπαγωγή σε ρύθμιση

1. Οι απαλλαγές της παραγράφου 1 του άρθρου 1 υπολογίζονται επί των προσαυξήσεων και τόκων, όπως έχουν διαμορφωθεί την ημερομηνία της αίτησης για υπαγωγή στη ρύθμιση.
2. Βασικές συνολικές οφειλές μέχρι πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ που υπάγονται σε πρόγραμμα ρύθμισης του παρόντος άρθρου, από την υπαγωγή τους στη ρύθμιση, δεν επιβαρύνονται πλέον με προσαυξήσεις ή τόκους εκπρόθεσμης καταβολής. Βασικές συνολικές οφειλές άνω των πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ που υπάγονται σε πρόγραμμα ρύθμισης του παρόντος άρθρου, αντί των κατά Κ.Ε.Δ.Ε. και κατά Κ.Φ.Δ. τόκων και προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής, από την υπαγωγή σε ρύθμιση, επιβαρύνονται με τόκο που ανέρχεται σε τρεις εκατοστιαίες μονάδες (3%) ετησίως.
3. Η καθυστέρηση καταβολής δόσης συνεπάγεται την επιβάρυνση αυτής με μηνιαία προσαύξηση 0,25%.

Άρθρο 3 Οφειλές που τελούν σε αναστολή ή έχουν υπαχθεί σε ρύθμιση ή διευκόλυνση τμηματικής καταβολής

Στη ρύθμιση του άρθρου 1 δύνανται, επίσης, να υπαχθούν, μετά από επιλογή του οφειλέτη, και ληξιπρόθεσμες έως και την 1η Μαρτίου 2015 οφειλές που έχουν καταχωρισθεί στα βιβλία εισπρακτέων εσόδων της Φορολογικής Διοίκησης μέχρι την ημερομηνία αίτησης για υπαγωγή σε ρύθμιση και οι οποίες κατά την ημερομηνία της αίτησης:
α) τελούν σε αναστολή, διοικητική ή δικαστική ή εκ του νόμου ή
β) έχουν υπαχθεί σε ρύθμιση ή διευκόλυνση τμηματικής καταβολής, η οποία είναι σε ισχύ.

Άρθρο 4 Μη βεβαιωμένες οφειλές που υπάγονται στη ρύθμιση


Κατ’ εξαίρεση:
1. Δύνανται να υπαχθούν στη ρύθμιση του άρθρου 1, οφειλές που θα βεβαιωθούν στη Φορολογική Διοίκηση μετά από παραίτηση από την άσκηση του δικαιώματος ή και του δικογράφου οποιουδήποτε ένδικου βοηθήματος ή μέσου ενώπιον αρμοδίου δικαστηρίου ή προσφυγής ενώπιον διοικητικής αρχής, και έως 26.5.2015, ανεξαρτήτως της ημερομηνίας που οι οφειλές αυτές καθίστανται ληξιπρόθεσμες. Εφόσον πρόκειται για υπαγόμενες υποθέσεις, που εκκρεμούν ενώπιον των αρμοδίων δικαστηρίων, μαζί με την αίτηση και τη δήλωση παραίτησης προσκομίζεται και βεβαίωση από το αρμόδιο δικαστήριο ότι η υπόθεση δεν έχει ακόμα συζητηθεί, προκειμένου να βεβαιωθεί η οφειλή.
2. Στη ρύθμιση του άρθρου 1 δύνανται, επίσης, να υπαχθούν, μετά από επιλογή του οφειλέτη, και οφειλές που έχουν καταχωρισθεί στα βιβλία εισπρακτέων εσόδων της Φορολογικής Διοίκησης μέχρι την ημερομηνία αίτησης για υπαγωγή σε ρύθμιση και θα αφορούν υποχρεώσεις φορολογικών ετών, περιόδων και υποθέσεων μέχρι και 31.12.2014.

Άρθρο 5 Λοιπά στοιχεία της ρύθμισης

Η ρύθμιση χορηγείται ανά οφειλέτη και αφορά και τις οφειλές για τις οποίες αυτός ευθύνεται. Πρόσωπα που ευθύνονται για την καταβολή μέρους της οφειλής δικαιούνται να ρυθμίσουν το εν λόγω μέρος.

Άρθρο 6 Καταληκτική ημερομηνία υπαγωγής σε πρόγραμμα ρύθμισης

1. Η αίτηση για την υπαγωγή σε πρόγραμμα ρύθμισης του άρθρου 1 υποβάλλεται ηλεκτρονικά στη Φορολογική Διοίκηση μέχρι την 26η Μαΐου 2015. Μόνο σε περιπτώσεις που υφίσταται τεχνική αδυναμία διαδικτυακής υποστήριξης, η υποβολή αίτησης διενεργείται στην υπηρεσία της Φορολογικής Διοίκησης, ο προϊστάμενος της οποίας είναι αρμόδιος για την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής.
2. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, που εκδίδεται εντός μηνός από τη λήξη της ανωτέρω προθεσμίας, δύναται να παρατείνεται η καταληκτική ημερομηνία υπαγωγής των οφειλών στη ρύθμιση για χρονικό διάστημα μέχρι έναν (1) μήνα.

Άρθρο 7 Καταβολή πρώτης δόσης

 Για την υπαγωγή στη ρύθμιση του άρθρου 1 πρέπει να καταβληθεί η πρώτη δόση εντός τριών (3) εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία αίτησης υπαγωγής στη ρύθμιση. Οι επόμενες δόσεις καταβάλλονται έως την τελευταία εργάσιμη ημέρα των επομένων μηνών από την ημερομηνία αίτησης υπαγωγής στη ρύθμιση. Η καταβολή διενεργείται με τη χρήση μοναδικού κωδικού πληρωμής στους φορείς είσπραξης ή στη Φορολογική Διοίκηση. 

Άρθρο 8 Απώλεια ρύθμισης

Η ρύθμιση απόλλυται, με συνέπεια την υποχρεωτική άμεση καταβολή του υπολοίπου της οφειλής, σύμφωνα με τα στοιχεία της αρχικής βεβαίωσης και την άμεση επιδίωξη της είσπραξής της με όλα τα προβλεπόμενα από την ισχύουσα νομοθεσία μέτρα, εάν ο οφειλέτης:
α) δεν καταβάλλει δύο (2) συνεχόμενες μηνιαίες δόσεις κατά τη διάρκεια του πρώτου οκταμήνου της ρύθμισης ή μετά την πάροδο του οκταμήνου δεν καταβάλλει τρεις (3) συνεχόμενες μηνιαίες δόσεις ή καθυστερήσει την καταβολή των τριών (3) τελευταίων δόσεων της ρύθμισης για το αντίστοιχο χρονικό διάστημα,
β) δεν υποβάλλει τις προβλεπόμενες δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος και του φόρου προστιθέμενης αξίας, καθ’ όλο το διάστημα της ρύθμισης των οφειλών του και μέχρι την εξόφλησή της, εντός τριών (3) μηνών το αργότερο από την παρέλευση της προθεσμίας υποβολής τους.

Άρθρο 9 Προεξόφληση ρύθμισης

 Στην περίπτωση που ο οφειλέτης, σε οποιοδήποτε στάδιο της ρύθμισης, εξοφλήσει εφάπαξ τις υπόλοιπες δόσεις των ρυθμισμένων οφειλών ή σε περίπτωση εξόφλησης του συνόλου της οφειλής με οποιονδήποτε τρόπο, τυγχάνει απαλλαγής επί του εναπομείναντος ποσού των προσαυξήσεων και τόκων εκπρόθεσμης καταβολής, σε ποσοστό ίσο με αυτό που αντιστοιχεί στον αριθμό των μηνιαίων δόσεων που τελικά διαμορφώνεται με την εξόφληση, σύμφωνα με το άρθρο 1.

 

Άρθρο 10

Αλλαγή προγράμματος ρύθμισης
Ο οφειλέτης, που έχει υπαχθεί σε πρόγραμμα ρύθμισης του άρθρου 1, δύναται να επιλέξει την υπαγωγή του σε άλλο πρόγραμμα ρύθμισης του ίδιου άρθρου με διαφορετικό αριθμό δόσεων για το υπόλοιπο προς καταβολή ποσό και υπό τις ίδιες προϋποθέσεις. Στην περίπτωση αυτή δικαιούται απαλλαγή από τόκους και προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής για το εναπομείναν ποσό, σύμφωνα με το νέο πρόγραμμα ρύθμισης. Στην περίπτωση αυτή ο συνολικός αριθμός μηνιαίων δόσεων δεν μπορεί να υπερβαίνει τις εκατό (100), υπολογιζόμενος από την πρώτη δόση του αρχικού προγράμματος ρύθμισης.

Άρθρο 11
Ευεργετήματα από την υπαγωγή στη ρύθμιση

Η υπαγωγή και συμμόρφωση στη ρύθμιση παρέχει στον οφειλέτη τα ακόλουθα ευεργετήματα:
α) χορηγείται αποδεικτικό ενημερότητας, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις του άρθρου 12 του Κ.Φ.Δ., όπως ισχύει,
β) αναβάλλεται η εκτέλεση της ποινής του άρθρου 25 του ν. 1882/1990, όπως ισχύει ή, εφόσον άρχισε η εκτέλεσή της, διακόπτεται,
γ) αναστέλλεται η λήψη αναγκαστικών μέτρων και η συνέχιση της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης επί κινητών ή ακινήτων. Η αναστολή αυτή δεν ισχύει για κατασχέσεις που έχουν επιβληθεί στα χέρια τρίτων ή έχουν εκδοθεί οι σχετικές παραγγελίες, τα αποδιδόμενα όμως ποσά από αυτές λαμβάνονται υπόψη για την κάλυψη δόσης ή δόσεων της ρύθμισης, εφόσον δεν πιστώνονται με άλλες οφειλές που δεν έχουν ρυθμιστεί. Αν ο οφειλέτης απωλέσει το ευεργέτημα της ρύθμισης, τα μέτρα που έχουν ανασταλεί συνεχίζονται,
δ) αναστέλλεται η εκτέλεση του μέτρου που προβλέπεται από το άρθρο 7 του ν. 2120/1993 (Α΄ 24), όπως ισχύει,
ε) οι ήδη επιβληθείσες κατασχέσεις στα χέρια τρίτων αίρονται μετά από αίτηση του οφειλέτη, αφού εξοφληθεί το εικοσιπέντε τοις εκατό (25%) της αρχικής βασικής ρυθμιζόμενης οφειλής. Η Φορολογική Διοίκηση δύναται να εξετάζει αίτημα περιορισμού κατασχέσεων εις χείρας τρίτων, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 30 του Κ.Ε.Δ.Ε..

Άρθρο 12
Δικαιώματα του Δημοσίου

Το Δημόσιο διατηρεί το δικαίωμα και μετά τη συμμόρφωση του οφειλέτη στη ρύθμιση τμηματικής καταβολής που του χορηγήθηκε:
α) να εγγράφει υποθήκες σε περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη, των συνυπόχρεων προσώπων ή των εγγυητών, εφόσον η οφειλή δεν είναι ασφαλισμένη,
β) να μην χορηγεί αποδεικτικό ενημερότητας για μεταβίβαση ακινήτου ή σύσταση εμπραγμάτου δικαιώματος επ’ αυτού στα πρόσωπα της προηγούμενης υποπερίπτωσης, ακόμη και αν συντρέχουν οι προϋποθέσεις χορήγησης αυτού, εφόσον η οφειλή δεν είναι ασφαλισμένη, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 12 του Κ.Φ.Δ.,
γ) να προβαίνει σε συμψηφισμό των χρηματικών απαιτήσεων του οφειλέτη κατά του Δημοσίου και μέχρι του ύψους των οφειλών, κατά τις διατάξεις του άρθρου 83 του K.E.Δ.E..
Άρθρο 13
Πίστωση ποσών από παρακράτηση ή αυτεπάγγελτο συμψηφισμό ή πράξεις εκτέλεσης

Τα ποσά που εισπράττονται κατά τη διάρκεια της ρύθμισης από την παρακράτηση ποσοστού απαίτησης
του οφειλέτη λόγω της χορήγησης αποδεικτικού ενημερότητας ή κατόπιν συμψηφισμού καλύπτουν δόση ή δόσεις της χορηγηθείσας ρύθμισης, εφόσον δεν πιστώνονται διαφορετικά. Ομοίως, τα αποδιδόμενα ποσά από πράξεις εκτέλεσης, λαμβάνονται υπόψη για την κάλυψη δόσης ή δόσεων της χορηγηθείσας ρύθμισης, εφόσον εισπράττονται κατά τη διάρκεια αυτής και δεν πιστώνονται σε άλλες οφειλές που δεν έχουν ρυθμιστεί ή πιστώνονται διαφορετικά κατά τις κείμενες διατάξεις.

Άρθρο 14
Παραγραφή οφειλών

Η παραγραφή των οφειλών για τις οποίες υποβάλλεται αίτηση υπαγωγής στη ρύθμιση αναστέλλεται από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης και για ολόκληρο το χρονικό διάστημα που αφορά η ρύθμιση ανεξαρτήτως καταβολής οποιουδήποτε ποσού και δεν συμπληρώνεται πριν παρέλθει ένα (1) έτος από τη λήξη της τελευταίας δόσης αυτής.
Άρθρο 15
Εφάπαξ εξόφληση μέρους της οφειλής με έκπτωση

Σε περίπτωση καταβολής ως προκαταβολής ποσού βασικής οφειλής τουλάχιστον δεκαπλάσιου της ελάχιστης δόσης της παραγράφου 2 του άρθρου 1 του παρόντος Κεφαλαίου, έως και τις 27 Απριλίου 2015, χορηγείται στον οφειλέτη ισόποση απαλλαγή επί των συνολικών προσαυξήσεων και τόκων εκπρόθεσμης καταβολής του προγράμματος ρύθμισης που θα επιλέξει. Το ανωτέρω πρέπει να δηλώνεται ως προκαταβολή από τον οφειλέτη κατά την υποβολή του αιτήματος υπαγωγής και να καταβάλλεται εντός τριών (3) εργάσιμων ημερών από την υποβολή της αίτησης. Οι δόσεις της ρύθμισης καταβάλλονται έως την τελευταία εργάσιμη ημέρα των επομένων μηνών από την ημερομηνία αίτησης υπαγωγής στη ρύθμιση. Η πληρωμή της προκαταβολής και των δόσεων ρύθμισης διενεργείται με τη χρήση μοναδικού κωδικού πληρωμής στους φορείς είσπραξης ή στη φορολογική Διοίκηση.
Σε περίπτωση μη εμπρόθεσμης καταβολής των δέκα (10) πρώτων δόσεων της ρύθμισης, εφόσον οι δόσεις είναι περισσότερες από δέκα (10) ή όλων των υπολειπόμενων δόσεων, εφόσον οι δόσεις είναι λιγότερες από δέκα (10), βεβαιώνεται ως δημόσιο έσοδο σε βάρος του οφειλέτη ποσό ίσο με το ποσό απαλλαγής κατά το πρώτο εδάφιο του παρόντος άρθρου. Επί της κύρωσης του προηγούμενου εδαφίου δεν υπολογίζονται επιβαρύνσεις εκπρόθεσμης καταβολής κατά την κείμενη νομοθεσία.
Άρθρο 16
Αρμοδιότητα χορήγησης ρύθμισης

Αρμόδιος για τη χορήγηση των ρυθμίσεων του παρόντος Κεφαλαίου είναι ο Υπουργός Οικονομικών, ο οποίος δύναται με απόφασή του να μεταβιβάζει την αρμοδιότητα αυτή ή να εξουσιοδοτεί να υπογράφουν με εντολή του άλλα όργανα της Φορολογικής Διοίκησης.

Άρθρο 17
Καθορισμός ειδικότερων θεμάτων και λεπτομερειών

Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ρυθμίζονται ειδικότερα θέματα και λεπτομέρειες για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Κεφαλαίου και δύνανται να προβλέπονται εξαιρέσεις από την υπαγωγή σε αυτές.

Άρθρο 18

Η παρ. 4α του άρθρου 49 και η παρ. 6 του άρθρου 50 του ν. 2859/2000 (Κώδικας Φ.Π.Α.), όπως προστέθηκαν με τις περιπτώσεις 4 και 5 της υποπαραγράφου Α.6 της
παρ. Α΄ του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013 (Α΄ 107) αντιστοίχως, καταργούνται.

Άρθρο 19

1. Τα πρόστιμα εκπρόθεσμης καταβολής του άρθρου 57του ν. 4174/2013 (Α΄ 170) και του άρθρου 6 του ν.δ. 356/ 1974 (Α΄ 90) καταργούνται.

2. Η κατάργηση των προστίμων της προηγούμενης παραγράφου καταλαμβάνει οφειλές που καταχωρίζονται στα βιβλία εισπρακτέων εσόδων της Φορολογικής Διοίκησης από τη δημοσίευση του παρόντος.

Άρθρο 20
Άλλα συναφή θέματα − ποινική δίωξη

Η παρ. 1 του άρθρου 25 του ν. 1882/1990 αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Όποιος δεν καταβάλλει τα βεβαιωμένα στη Φορολογική Διοίκηση χρέη προς το Δημόσιο, τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, τις επιχειρήσεις και τους οργανισμούς του ευρύτερου δημόσιου τομέα για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των τεσσάρων (4) μηνών τιμωρείται με ποινή φυλάκισης:
α) Ενός (1) τουλάχιστον έτους, εφόσον το συνολικό χρέος από κάθε αιτία, συμπεριλαμβανομένων των κάθε είδους τόκων ή προσαυξήσεων και λοιπών επιβαρύνσεων μέχρι την ημερομηνία σύνταξης του πίνακα χρεών, υπερβαίνει το ποσό των πενήντα χιλιάδων (50.000) ευρώ.
β) Τριών (3) τουλάχιστον ετών, εφόσον το συνολικό χρέος, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην ανωτέρω περίπτωση α΄, υπερβαίνει το ποσό των εκατόν πενήντα χιλιάδων (150.000) ευρώ.
Η ποινική δίωξη ασκείται ύστερα από αίτηση του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. ή των Ελεγκτικών Κέντρων ή του Τελωνείου προς τον Εισαγγελέα Πρωτοδικών της έδρας τους, που συνοδεύεται υποχρεωτικά από πίνακα χρεών, συμπεριλαμβανομένων των κάθε είδους τόκων ή προσαυξήσεων και λοιπών επιβαρύνσεων.
Η πράξη μπορεί να κριθεί ατιμώρητη, εάν το ποσό που οφείλεται εξοφληθεί μέχρι την εκδίκαση της υπόθεσης σε οποιονδήποτε βαθμό.» Αποφάσεις ποινικών δικαστηρίων που εκδόθηκαν για χρέη μικρότερα από τα οριζόμενα στην παράγραφο 1 και δεν έχουν εκτελεστεί κατά τη δημοσίευση του νόμου αυτού, δεν εκτελούνται. Αν άρχισε η εκτέλεσή τους, διακόπτεται. Εκκρεμείς αιτήσεις Προϊσταμένων Δημόσιων Οικονομικών Υπηρεσιών ή Ελεγκτικών Κέντρων ή Τελωνείων ή ένδικα μέσα κατά αποφάσεων για χρέη κατώτερα αυτών που ορίζονται ανωτέρω, δεν εισάγονται για συζήτηση. Η αναστολή της παραγραφής των χρεών, κατώτερων του ποσού των πενήντα χιλιάδων (50.000) ευρώ, για τα οποία υποβλήθηκε αίτηση ποινικής δίωξης, λήγει με τη δημοσίευση του νόμου αυτού, η παραγραφή συνεχίζεται και δεν συμπληρώνεται πριν την πάροδο έτους από τη λήξη της αναστολής. Η παραγραφή του αδικήματος, του οποίου κατά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου δεν έχει συμπληρωθεί το μετά την πάροδο τετραμήνου χρονικό διάστημα που
προβλέπεται στην παρ. 1 του άρθρου 3 του ν. 3943/2011, αρχίζει από τη δημοσίευση του παρόντος.

Άρθρο 21
Τροποποίηση διατάξεων Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (κύρωση με το ν. 4172/2013, Α΄ 167)

1. Η περίπτωση ιγ΄ του άρθρου 23 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (Κ.Φ.Ε.) αναμορφώνεται και αντικαθίσταται ως εξής:
«ιγ) Το σύνολο των δαπανών που καταβάλλονται προς φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα που εμπίπτει σε μία από τις ακόλουθες περιπτώσεις:
α) Είναι κατά το χρόνο έκδοσης του παραστατικού ή κατά το χρόνο διενέργειας της συναλλαγής φορολογικός κάτοικος σε κράτος μη συνεργάσιμο κατά την έννοια του άρθρου 65 του Κ.Φ.Ε..
β) Είναι κατά το χρόνο έκδοσης του παραστατικού ή κατά το χρόνο διενέργειας της συναλλαγής φορολογικός κάτοικος σε κράτος που υπόκειται σε προνομιακό φορολογικό καθεστώς, σύμφωνα με το άρθρο 65 του Κ.Φ.Ε..
γ) Είναι συνδεόμενη εν τοις πράγμασι εταιρεία, χωρίς να έχει συμμορφωθεί πριν τη διενέργεια της συναλλαγής ή την έκδοση του παραστατικού με τις υποχρεώσεις που επιβάλλονται από τον Κώδικα Φορολογικών Διαδικασιών (άρθρο 21 του ν. 4174/2013).
δ) Δεν διαθέτει στην έδρα της ή σε συνδεδεμένη επιχείρηση την απαιτούμενη οργάνωση και υποδομή για τη διενέργεια − κατ’ επάγγελμα − ομοειδών συναλλαγών, κατά συνήθεια και επάγγελμα με τη συναλλαγή για την
οποία εκδόθηκε το παραστατικό. για τις περιπτώσεις γ΄ και δ΄ ο φορολογούμενος οφείλει, προκειμένου να μην εμπίπτει στη μη έκπτωση της δαπάνης, και πριν τη διενέργεια του φορολογικού ελέγχου, να προσκομίσει πλήρη απόδειξη ότι δεν συντρέχουν για τη συγκεκριμένη εταιρεία οι αναφερόμενες συνθήκες.
Για τις περιπτώσεις α΄, β΄, γ΄ και δ΄, προκειμένου ο φορολογούμενος να μην εμπίπτει στη μη έκπτωση της δαπάνης, θα πρέπει να καταβάλει παρακρατούμενο φόρο που προκύπτει από τον ισχύοντα στην Ελλάδα φορολογικό συντελεστή φόρου εισοδήματος για επιχειρηματική δραστηριότητα επί του συνόλου της εν λόγω δαπάνης. Εφόσον, εντός τριμήνου από τη συναλλαγή, ο φορολογούμενος αποδείξει ότι πρόκειται περί συνήθους συναλλαγής σε ρέχουσες τιμές αγοράς, θα επιστρέφεται αζημίως για το Δημόσιο ο παρακρατηθείς φόρος
στον φορολογούμενο. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ρυθμίζονται οι διαδικασίες για την εφαρμογή της παρούσας περίπτωσης και ειδικότερα η διαδικασία ελέγχου που προβλέπεται για τις περιπτώσεις γ΄ και δ΄ ανωτέρω.»
2. Στο τέλος της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 34 του Κ.Φ.Ε. προστίθεται η φράση «δεν υπάρχει εισόδημα από καμία κατηγορία ή».
3. Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 34 του Κ.Φ.Ε. προστίθεται νέα περίπτωση ως εξής:
«ε. Δεν εφαρμόζεται η ελάχιστη ετήσια αντικειμενική δαπάνη εφόσον ο φορολογούμενος ή τα εξαρτώμενα μέλη αποκτούν εισόδημα μόνο από τόκους και ακίνητα.»
4. Η ισχύς των διατάξεων των παραγράφων 2 και 3 του παρόντος άρθρου αρχίζει από 1.1.2014.

   

Leave a Comment